Γερμανός Σπαρμιώτης

Χειρόγραφο Γερμανού Σπαρμιώτου 02

Γερ­μα­νός Σπαρ­μι­ώ­της·  Λό­γιος ι­ε­ρο­μό­να­χος της Ι. Μο­νής Αγ. Τριά­δος Σπαρ­μού Ο­λύμ­που. Σπου­δαί­ος και φη­μι­σμέ­νος δι­δά­σκα­λος του γέ­νους την πε­ρί­ο­δο της Τουρ­κο­κρα­τί­ας. Δι­ε­τέ­λε­σε σχο­λάρ­χης της πε­ρί­φη­μης Σχο­λής Τσα­ρι­τσά­νης.

Γεν­νή­θη­κε πι­θα­νόν στο χω­ριό του Σπαρ­μού το δεύ­τε­ρο μι­σό του ΙΗ΄αι. Μα­θή­τευ­σε στη Σχο­λή της Τσα­ρι­τσά­νης κον­τά στον ι­ε­ρο­μό­να­χο Ματ­θαί­ο τον Τυρ­να­βί­τη (1790-1795). Μια χει­ρό­γρα­φη ση­μεί­ω­ση του ί­διου του Γερ­μα­νού γρά­φει για τη μα­θη­τεί­α του στον Ματ­θαί­ο: «α­ψϞζ΄: (1797) σε­πτεμ­βρί­ου: 13: / ἐ­κί­νη­σεν ὁ ἐν Ἱ­ε­ρο­δι­δα­σκά­λοις ἄ­ρι­στος κὺρ Ματ­θαῖ­ος, /  ἐκ πό­λε­ως τυρ­νά­βου… ἐ­λύ­πη­σεν ἡ­μᾶς τοὺς μα­θη­τάς του οὐκ ὀ­λί­γον ὁ τι­σόλ­βιος… ὁ εὐ­τε­λὴς πάν­των, καὶ μα­θη­τὴς τοῦ ἐλ­λο­γί­μου κὺρ ματθ:ου / Γερ­μα­νὸς ὁ ἐκ σπαρ/μοῦ» (χγφ. 45 Ι.Μ. Ο­λυ­πι­ω­τίσ­σης). Κα­τά τη διά­ρκεια μά­λι­στα της μα­θη­τεί­ας του, το έ­τος 1794, τον συ­ναν­τά­με Ι­ε­ρο­δι­ά­κο­νο [«Τῷ α­ψϞδ: (1794) τῷ σω­τη­ρί­ῳ. μη­νὶ Ἰ­αν­νου­α­ρί­ω… Γερ­μα­νὸς ἱ­ε­ρο­δι­ά­κο­νος καὶ σπαρ­μι­ώ­της γρά­φω» (χγφ. 38 Ι.Μ. Ο­λυμ­πι­ω­τίσ­σης)].

Α­πό το έ­τος 1795 μέ­χρι το έ­τος 1798 δη­μι­ουρ­γεί­ται κά­ποι­α σύγ­χυ­ση στη βι­βλι­ο­γρα­φί­α. Σε αυ­τή τη σύγ­χυ­ση δυ­ο εί­ναι τα θέ­μα­τα που κυ­ρια­ρχούν: α) ο Γερ­μα­νός α­να­λαμ­βά­νει τα κα­θή­κον­τα του δι­δα­σκά­λου στη Σχο­λή της Τσα­ρι­τσά­νης για την τρι­ε­τί­α αυ­τή (1795-1798) και β) με­τα­βαί­νει στη Λά­ρι­σα και μα­θη­τεύ­ει κον­τά στον φη­μι­σμέ­νο δι­δά­σκα­λο Κων­σταν­τί­νο Κού­μα. Για το πρώ­το θέ­μα κά­ποι­οι ε­ρευ­νη­τές συγ­χέ­ουν τον Γερ­μα­νό Σπαρ­μι­ώ­τη με τον Γερ­μα­νό Σα­νί­δα που δι­δά­σκει στη Σχο­λή τα τρί­α αυ­τά έ­τη (1795-1798). Ό­μως δεν υ­πάρ­χουν σα­φή στοι­χεί­α ε­κτός α­πό την συ­νω­νυ­μί­α τους. Για το δεύ­τε­ρο θέ­μα,  κά­ποι­οι ε­ρευ­νη­τές πά­λι, βα­σί­ζον­ται στο γε­γο­νός ό­τι ο Γερ­μα­νός μα­θή­τευ­σε στον Κ. Κού­μα. Ε­πει­δή ο Κού­μας δί­δα­σκε ε­κεί­να τα χρό­νια στη Λά­ρι­σα συμ­πε­ραί­νουν ό­τι ο Γερ­μα­νός με­τέ­βη ε­κεί. Δεν έ­χου­με και για αυ­τό σί­γου­ρα στοι­χεί­α, ό­μως το πιο λο­γι­κό εί­ναι ε­φό­σον ο Κ. Κού­μας δί­δα­ξε αρ­γό­τε­ρα και στην Τσα­ρι­τσά­νη (1798-1803), ο Γερ­μα­νός τό­τε να συγ­κα­τα­ριθ­μή­θη­κε στους μα­θη­τές του.

Τον Αύ­γου­στο του έ­τους 1801 χει­ρο­το­νεί­ται ι­ε­ρέ­ας. Το γνω­ρί­ζου­με α­πό ε­πι­στο­λή του (12.8.1801) προς τον Γε­ώρ­γιο Πα­πα­μι­χα­ήλ τον κά­τοι­κο και δι­δά­σκα­λο Αμ­πε­λα­κί­ων [«Ἐ­γὼ ἀ­πελ­θὼν εἰς τὴν πα­τρί­δα ἐ­χει­ρο­το­νή­θην (οὕ­τω δό­ξαν τῷ γέ­ρον­τί μου, καὶ εὐ­χέ­τῃ ὑ­μῶν) πα­πᾶς»].

Το 1803 ο Κ. Κού­μας α­να­χω­ρεί α­πό την Τσα­ρι­τσά­νη, ε­πι­κα­λού­με­νος λό­γους υ­γεί­ας, και τη σχο­λαρ­χί­α την α­να­λαμ­βά­νει πλέ­ον ο Γερ­μα­νός. Στη θέ­ση αυ­τή ο Γερ­μα­νός πα­ρα­μέ­νει μέ­χρι το 1805. Α­να­δει­κνύ­ε­ται ά­ξιος συ­νε­χι­στής του δα­σκά­λου του Κ. Κού­μα συμ­βάλ­λον­τας ση­μαν­τι­κά στην α­να­βάθ­μι­ση της Σχο­λής. Με­τα­ξύ των μα­θη­τών του συγ­κα­τα­λέ­γε­ται ο Ι­ω­άν­νης Οι­κο­νό­μος-Λο­γι­ώ­τα­τος, και ί­σως και ο Νι­κό­λα­ος Κα­σο­μού­λης. Α­να­χω­ρεί το έ­τος 1805 και α­να­λαμ­βά­νει τη δι­εύ­θυν­ση της Σχο­λής ο Κων­σταν­τί­νος Οι­κο­νό­μος ο εξ Οι­κο­νό­μων (1805-1808). Δεν γνω­ρί­ζου­με τον λό­γο για τον ο­ποί­ο α­φή­νει τη δι­εύ­θυν­ση της Σχο­λής αλ­λά σί­γου­ρο εί­ναι πως τα ε­πό­με­να χρό­νια βρί­σκε­ται, και ί­σως δι­δά­σκει, στη Θεσ­σα­λο­νί­κη και τις Σέρ­ρες (« Χά­ρις σοί, φι­λό­της με­γί­στη, ὅ­τι ἐν­τυ­χὼν τῷ ἱ­ε­ρῷ σου γράμ­μα­τι… κα­τὰ Θεσ­σα­λο­νί­κην ἐν τῷ Σέρ­ρη­θεν ἐ­πα­νελ­θεῖν, ὅ­λος ἔν­θους ὑ­φ’ ἡ­δο­νῆς γέ­γο­να…», ε­πι­στο­λή του Γερ­μα­νού προς τον Κων­σταν­τί­νο Οι­κο­νό­μο των εξ Οι­κο­νό­μων στις 9.4.1805).

Α­πό το 1805 και στο ε­ξής δεν συ­ναν­τά­με στοι­χεί­α πλέ­ον για το πρό­σω­πο του Γερ­μα­νού. Εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό αυ­τό που γρά­φει σε ε­πι­στο­λή του (Βι­έν­νη 13.8.1807) ο Στέ­φα­νος Οι­κο­νό­μος στον α­δελ­φό του Κων­σταν­τί­νο Οι­κο­νό­μο τον εξ Οι­κο­νό­μων: «Ἀλ­λ’ ὁ Γερ­μα­νός ποῦ;».

Κά­ποι­οι υ­πο­στη­ρί­ζουν πως πέ­θα­νε στη Βλα­χο­κλει­σού­ρα της Κα­στο­ριάς στις 29 Μα­ΐ­ου 1814. Το συμ­πε­ραί­νουν α­πό έ­να Κα­τά­στι­χο της Ι.Μ. Ο­λυμ­πι­ω­τίσ­σης (χγφ. 219) που α­να­φέ­ρει στο φ.12β: «1814: μα­ϊ: 29: ἀ­πέ­θα­νεν: ὁ γερ­μα­νός δι­δά­σκα­λος: ἥς­τῆν βλα/χο­κλι­σοῦ­ραν…». Ό­μως στο κα­τά­στι­χο αυ­τό εί­ναι κα­τα­γε­γραμ­μέ­να στοι­χεί­α που α­φο­ρούν την Ι.Μ. Ο­λυμ­πι­ω­τίσ­σης, μιας και σ’ αυ­τήν α­νή­κει. Ε­πο­μέ­νως και ο Γερ­μα­νός που α­να­φέ­ρε­ται α­νή­κε και αυ­τός στο μο­να­χο­λό­γιό της και δεν εί­ναι ο Σπαρ­μι­ώ­της.

Ο Γερ­μα­νός ε­κτός α­πό τη δι­δα­σκα­λί­α α­φι­έ­ρω­νε χρό­νο και για αν­τι­γρα­φές Κω­δί­κων, συλ­λο­γή βι­βλί­ων ή αλ­λη­λο­γρα­φί­α. Κά­ποι­οι α­πό τους Κώ­δι­κες που αν­τέ­γρα­ψε φυ­λάσ­σον­ται μέ­χρι σή­με­ρα στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος (χγφ. 2139. βλ. Λίν. Πολίτη, Κατάλογος Χειρογράφων ΕΒΕ αρ.1857-2500, Αθήνα 1991) και στην Ι.Μ.Ο­λυμ­πι­ω­τίσ­σης (χει­ρό­γρα­φα: 37, 39 (μέ­ρος), 43, 143, 191). Ε­πί­σης τρί­α έν­τυ­πα βι­βλί­α που φυ­λάσ­σον­ται στην α­νω­τέ­ρω Ι.Μο­νή με α­ρίθ­μη­ση: 105, 239, 338 α­νή­κουν και αυ­τά στον Γερ­μα­νό. Α­κό­μη σώ­ζε­ται πλή­θος ε­πι­στο­λών, με ση­μαί­νον­τα πρό­σω­πα της ε­πο­χής του, οι ο­ποί­ες εί­ναι δη­μο­σι­ευ­μέ­νες στα ε­πό­με­να βι­βλί­α: α) «Ε­πι­στο­λαί δι­α­φό­ρων» Ι­ω­άν­νου Οι­κο­νό­μου Λα­ρι­σαί­ου, β) «Η Τσα­ρι­τά­νη» Γιά­ννη Α­δά­μου.

Η α­ξι­ό­λο­γη ελ­λη­νο­μά­θεια του Γερ­μα­νού γί­νε­ται φα­νε­ρή και α­πό κά­ποι­α ε­πι­γράμ­μα­τα που έ­χουν δι­α­σω­θεί.

1) Στο χει­ρό­γρα­φο της Ι.Μ. Ο­λυμ­πι­ω­τίσ­σης 191 (φ.138ν) γρά­φει:

«Ἐν­ταῦ­θ’ ἐ­μή χείρ γερ­μα­νοῦ δι­α­κό­νου

πέ­ρας τί­θη­σι τοῦ Γρη­γο­ρί­ου λό­γου,

πλήν οὐ με­τέ­σχε μη­δ’ ὅ­σον γρη­γο­ρί­ας

μέ­νει δὲ αὖ­θις εἰς μέ­θην ἀ­μα­θεί­ας».

2) Στο βι­βλί­ο των «Κω­νι­κών Το­μών» του Αβ­βά Κα­ϊλ­λέ που με­τέ­φρα­σε ο ι­α­τρο­φι­λό­σο­φος Σπ. Α­σά­νης και «ε­πι­δι­όρ­θω­σε» ο Κων. Κού­μας (Βι­έν­νη 1803), ο Γερ­μα­νός έ­γρα­ψε και α­φι­έ­ρω­σε έ­να ε­πί­γραμ­μα. Το ε­πί­γραμ­μα αυ­τό ε­πι­συ­νά­φθη­κε στην αρ­χή του βι­βλί­ου και εί­ναι το κά­τω­θι:

Εἰς τόν Ἰ­α­τρο­φι­λό­σο­φον Με­τα­φρα­στήν

Ἡ­ρω­ε­λε­γεῖ­ον.

Καὶ Διὸς ἀ­θα­νά­τοι­ο Σὺ φέρ­τε­ρος, ἠ­δὲ τε Φοί­βου

Ἀ­τρε­κέ­ως τε­λέ­θεις, Δι­ο­γε­νὲς Σπυ­ρί­δων.

Τῶν γὰρ, ὁ μὲν προ­έ­η­κεν ἑ­οῖ­ο ἀ­πὸ κρα­τὸς αὕ­τως

Παλ­λά­δ’ Ἀ­θη­ναί­ην! τὴν τε­ῷ αὐ­τός ἔ­θου.

Αὐ­τὰρ ὅ, Μου­σῶν, τὰς ῥ ἀ­γέ­μεν λά­χε, νό­σφι λια­σθείς

Μεί­ρα­κι θη­τεύ­ει κά­κτα­νεν, ὅν γε Πέ­τρῳ.

Αἱ δ’ αὖ, αἶ ψά­γ’ ἵ­κον­το σέ­θεν κά­ρα, τὸν προ­λι­ποῦ­σαι.

Τοὔ­νε­κα Φοῖ­βος ἔ­ῃς. Δεῖγ­μα δ’ ἄ­ρ’ ἥ­δε Βί­βλος.

Ἀλ­λ’ Ἄ­να ὑ­ψι­μέ­δων, τί­δε μοι κρή­η­νον ἐ­έλ­δωρ.

Ὑ­γρὰ κέ­λευ­θα βί­ου σῷς Ἀ­σά­νης πε­ρά­σαι !

ὁ Σπαρ­μι­ώ­της

Ππ Γερ­μα­νός.

Η προ­σφο­ρά του Γερ­μα­νού ή­ταν με­γά­λη στην παι­δεί­α του  υ­πό­δου­λου γέ­νους δι­ό­τι ή­ταν έ­νας μορ­φω­μέ­νος και κα­τα­ξι­ω­μέ­νος κλη­ρι­κός για την ε­πο­χή του. Προ­σέ­φε­ρε τις γνώ­σεις του το­πο­θε­τών­τας κι αυ­τός έ­να λι­θα­ρά­κι στη με­γά­λη και δύ­σκο­λη προ­σπά­θεια των δι­α­νο­ου­μέ­νων δι­δα­σκά­λων να μορ­φώ­σουν και να α­φυ­πνί­σουν τον Ελ­λη­νι­σμό.

Βι­βλι­ο­γρα­φί­α: Ευ.Α.Σκου­βα­ρά, Ο­λυμ­πι­ώ­τισ­σα, Α­θή­να 1967 Εκδ. ΚΕΜΝΕ, σελ.243, 244, 253. Ματθ.Κ.Πα­ρα­νί­κα, Σχε­δί­α­σμα, Κων­σταν­τι­νού­πο­λη 1867, τυ­πο­γρ. Α. Κο­ρο­μη­λά, σελ.85. Τρ.Ε.Ευ­αγ­γε­λί­δη, Η παι­δεί­α ε­πί τουρ­κο­κρα­τί­ας, Τομ. Α΄ Θεσ­σα­λο­νί­κη 2009 (Α­να­τύ­πω­ση), εκδ. Π.Πουρ­να­ρά, σελ. 220-221. Γιαν. Α­δά­μου, Η Τσα­ρι­τσά­νη, Β΄ έκ­δο­ση 1990, σελ.347, 361-401. Ι­ω.Οι­κο­νό­μου Λα­ρισ­σαί­ου, Ε­πι­στο­λαί δι­α­φό­ρων, Α­θή­να 1964, σελ.71-128. Μιχ.Λα­φα­ζά­νη, Η πνευ­μα­τι­κή κί­νη­ση της Τσα­ρι­τσά­νης γύ­ρω στα 1800, Θ.ΗΜ. τομ.34, σελ.202-205. Θ.Ι.Μπούμ­πα, Ι­ε­ρω­μέ­νοι δι­δά­σκα­λοι και λό­γιοι της Μο­νής του Σπαρ­μού Ο­λύμ­που, Θ.ΗΜ. τομ. 52, σελ.314-320. Αβ­βά Κα­ϊλ­λέ (μετ. Σπ. Α­σά­νης, ε­πι­διόρθ. Κων.Κού­μα), Των Κω­νι­κών Το­μών πραγ­μα­τεί­α, Βι­έν­νη 1803. Γιαν. Α­δά­μου, Για­τί ο Κα­σο­μού­λης έ­δρα­σε στο Ό­λυμ­πο, Θεσ.Ε­στί­α τομ.17. Β. Σκου­βα­ράς, Σπαρ­μι­ώ­της Γερ­μα­νός, Θ.Η.Ε. τομ.11, σελ.352-353.