Το πάθος της πλεονεξίας

08-ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ

Πλεονεξία εἶναι νά μήν ἀρκεῖται κανείς σέ ὅ,τι ἔχει, ἀλλά νά ἐπιθυμεῖ περισσότερα ἀπό ὅσα κατέχει. Βρίσκεται στή ρίζα τῆς κάθε ἁμαρτίας πού διαπράττουμε.

Γιά τή σοβαρότητα αὐτοῦ τοῦ πάθους, ὁ Κύριος μᾶς προειδοποιεῖ: «Φυλάσσεσθε ἀπό πάσης πλεονεξίας» (Λουκ. ιβ΄ 15). Σέ ἄλλο σημείο ὁ Ἀπόστολος περιλαμβάνει τήν πλεονεξία στά ἁμαρτήματα πού ἀποκλείουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ἐφεσ. ε΄ 5).

Ἡ ἐμπαθής κατάσταση τῆς πλεονεξίας εἶναι πολύ πονηρή. Ὁ πλεονέκτης δέν ἱκανοποιεῖται μέ αὐτά τά ὁποῖα κατέχει, ὅλος του ὁ ἑαυτός εἶναι στραμμένος στό πῶς θά τά αὐξήσει. Ἐπιθυμεῖ νά ἀποκτήσει ὅλο καί περισσότερα χωρίς νά ἐπέρχεται χορτασμός στήν ψυχή του. Ὅπως ἡ θάλασσα δέν φουσκώνει, ἄν καί δέχεται νερά ἀπό πολλούς ποταμούς, ἔτσι καί ὁ πλεονέκτης δέν ἱκανοποιεῖται ποτέ, ὅσα καί ἄν κατακτήσει. Πάντα νιώθει ἐλλιπής. Ποτέ δέν λέει «φτάνει». Ἡ ἄπληστη καρδιά του δέν χορταίνει μέ τίποτα. Θεωρεῖ ὅτι ὅλα ἀνήκουν σέ αὐτόν. Ὅταν χάσει κάτι, ἔστω καί τό ἐλάχιστο, νομίζει ὅτι παθαίνει τό μεγαλύτερο κακό. Δέν χαίρεται ποτέ. Δέν ζεῖ τό παρόν, γιατί πάντα σκέφτεται τό μέλλον. Ζεῖ μέ τήν προσδοκία τοῦ μελλοντικοῦ κέρδους.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες χαρακτήρισαν τό πάθος τῆς πλεονεξίας σάν τόν Ἅδη. Γιατί, ὅπως ὁ πλεονέκτης, ἔτσι κι αὐτός δέν εἶπε ποτέ «ἀρκεῖ».

Ὁ πλεονέκτης εἶναι φτωχός ἀπό Θεό, φτωχός ἀπό πίστη καί ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δέν συνειδητοποιεῖ πώς ἡ ζωή του ἔχει τέλος καί δέν θά πάρει τίποτα μαζί του. Ἡ καρδιά του εἶναι προσκολλημένη στά κτίσματα. Ἔτσι ἀποκόπτεται ἀπό τόν ἀληθινό Θεό καί πέφτει σέ ἕνα εἶδος εἰδωλολατρίας.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλλει: «Νεκρώσατε οὖν τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, ἐπιθυμίαν κακήν καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστίν εἰδωλολατρία» (Κολ. γ΄ 5).

Δέν ὑπάρχει πιό εὔστοχος χαρακτηρισμός γιά τήν πλεονεξία ἀπό τόν ὅρο εἰδωλολατρία. Ὅταν δέν βοηθᾶμε κάποιον πού ἔχει ἀνάγκη, ὅταν δίνουμε μεγαλύτερη ἀξία στά χρήματά μας ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε πέφτουμε στό ἁμάρτημα τῆς εἰδωλολατρίας. Γιατί δείχνουμε ὅτι προτιμοῦμε τήν ἀγάπη τῆς ὕλης ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη τοῦ πλησίον.

Ὅπως λοιπόν ὁ εἰδωλολάτρης προσκυνάει ψεύτικους θεούς, ἔτσι καί ὁ πλεονέκτης ἔχει θεοποιήσει στό μυαλό του τήν ἐπιθυμία του· ὁ φιλάργυρος θεωρεῖ θεό του τό χρῆμα, ὁ κοιλιόδουλος τήν κοιλιά του…

Μορφές πλεονεξίας

Πολλές εἶναι οἱ μορφές τῆς πλεονεξίας, στίς ὁποῖες παγιδεύεται ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Ἔτσι, ἐπιθυμεῖ κανείς νά γίνει κάτοχος πολλῶν πτυχίων. Διαθέτει πολλά αὐτοκίνητα, πολλά ἐνδύματα, ἐπιδιώκει νά ἀποκτήσει πολλά χρήματα. Ἐμπλέκεται σέ πολλές δραστηριότητες. Σχετίζεται μέ πολλούς ἀνθρώπους. Τρώει πολύ, ἐργάζεται πολύ, ταξιδεύει πολύ, συνεχῶς ἐνημερώνεται.

Ἡ πλεονεξία καί ἡ αἴσθηση τοῦ ἀνικανοποίητου δέν ἀφορᾶ μόνο ὑλικά κέρδη, ἀλλά καί τήν ἡδονή τῶν αἰσθήσεων. Εὔκολα κανείς βαριέται τόν σύντροφό του καί ψάχνει τήν ἑπόμενη σχέση. Κι αὐτό εἶναι μία μορφή πλεονεξίας.

Τελικά, ὁ πλεονέκτης ἐνεργεῖ αὐτοκαταστροφικά. Ἀντί νά ζεῖ πνευματικά καί νά προετοιμάζεται γιά τόν οὐρανό, σκέφτεται μόνο τόν ἑαυτό του· θέλει «νά ζήσει καλά», νά τρώει, νά πίνει, νά ζεῖ μέσα στήν πολυτέλεια, νά καυχιέται γιά τίς ἐπιτυχίες του καί νά ἱκανοποιεῖ ὅλα τά θελήματα καί ὅλες τίς ἀπολαύσεις του.

Ἐπειδή ἐνδιαφέρεται μόνο γιά τή δική του ἱκανοποίηση, εἶναι καταδικασμένος στή μοναξιά. Δέν ἔχει ἐμπιστοσύνη σέ κανέναν οὔτε στούς δικούς του ἀνθρώπους. Ὅλους τούς ὑποψιάζεται, γιά ὅλους ἀμφιβάλλει. Γιά κανέναν δέν αἰσθάνεται συμπάθεια. Τό πάθος του τόν ἐμπνέει μῖσος πρός τούς ἄλλους.

Θεραπεία τοῦ πάθους

Ὡστόσο, ὁ ἄνθρωπος ἔχει προοπτική νά γίνει θεός κατά χάριν, νά χωρέσει ὅλο τόν Θεό μέσα του. Γι’ αὐτό δέν χορταίνει μέ τίποτα.

Ἑπομένως, ἡ θεραπεία τοῦ πάθους τῆς πλεονεξίας θά ἔρθει, ὅταν στρέψουμε τήν ἐπιθυμία μας σέ ἄλλη κατεύθυνση: Ἀπό τόν πλοῦτο καί τίς ἡδονές, στόν Θεό καί τά πνευματικά ἀγαθά. Ὅταν μπεῖ στήν καρδιά μας αὐτός ὁ πόθος, ἡ χαρά καί τό πλήρωμα πού θά νιώσουμε θά διώξει κάθε πλεονεξία. Ὅταν κανείς ἀγαπᾶ τόν Θεό, παύει νά εἶναι πλεονέκτης. Πλέον τά ἔχει ὅλα. Δέν τοῦ λείπει τίποτα. Νιώθει γεμάτος. Τίποτα ἄλλο πλέον δέν ἔχει ἀξία γι’ αὐτόν. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τόν πλοῦτο καί τά ὑλικά ἀγαθά.

Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος νά γλιτώσουμε ἀπό τήν πλεονεξία, παρά νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Ἡ πλεονεξία γεννιέται στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, πού δέν μποροῦν νά ἀγαπήσουν.

Καί νά γίνουμε ἄνθρωποι πνευματικοί. Ἀντί γιά τά ἐπίγεια, νά ἐπιθυμοῦμε νά ἀποκτήσουμε πνευματικά ἀγαθά: τή θεογνωσία καί τήν αὐτογνωσία, τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ταπείνωση, τήν καθαρή προσευχή. Ἄν γευθοῦμε τόν πλοῦτο τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν καί νιώσουμε χαρά καί ἀνάπαυση, τότε πολύ εὔκολα θά ἀποκολληθοῦμε ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά καί τίς μάταιες εὐχαριστήσεις.

Ἀκόμη, ἄς προσπαθοῦμε νά εἴμαστε ὀλιγαρκεῖς καί νά ἀρκούμαστε σέ αὐτά πού ἤδη κατέχουμε. Νά στραφοῦμε στήν ἁπλότητα καί τήν ὀλιγάρκεια. Νά εἴμαστε σπλαχνικοί καί τρυφεροί πρός τίς ἀνάγκες τῶν συνανθρώπων μας. Καί νά ξέρουμε ὅτι αὐτό πού ἀποκτοῦμε δέν εἶναι δικό μας, ἀλλά τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, νά τό χρησιμοποιοῦμε μέ σύνεση, πρός δόξαν τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ.

Ὅλοι μας ταλαιπωρούμαστε ἀπό τό πάθος τῆς πλεονεξίας. Ἄν συνειδητοποιήσουμε τίς βλάβες πού μᾶς προξενεῖ, τότε θά τό πολεμήσουμε. Ἀξίζει νά δαπανᾶ κανείς ὅλη τήν ἐνέργεια, ὅλο τόν χρόνο, ὅλη τήν ὕπαρξή του, γιά τήν ἀπόκτηση μάταιων πραγμάτων; Ὀφείλουμε λοιπόν νά εἴμαστε προσεκτικοί στή ζωή μας, γιά νά μήν κυριεύει τήν ψυχή μας αὐτό τό καταστρεπτικό πάθος.