Οι πρωτες στιγμές μετά τον θάνατο

05-ΘΑΝΑΤΟΣ

Ὅταν ἐπέρχεται ὁ θάνατος, πεθαίνει τό σῶμα, ἀλλά ὄχι ἡ ψυχή. Ἀναχωρώντας αὐτή ἀπό τό σῶμα, ἐγκαινιάζει μιά πορεία πρός μιά νέα ζωή. Κατά τόν Μέγα Ἀθανάσιο, ἡ ψυχή εἶναι αὐθυπόστατη καί αὐτοκίνητη, δηλαδή καί μετά τόν χωρισμό της ἀπό τό σῶμα ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ καί νά κινεῖται. Στό ἐρώτημα ἐάν ἔχει ἡ ψυχή συνείδηση μετά τόν θάνατο, ἀπαντᾶ χαρακτηριστικά ὁ Καθηγητής κ. Νίκος Νικολαΐδης στό βιβλίο του «Γιατί ὁ θάνατος; καί πέραν τοῦ τάφου;» στή σελίδα 127: «Ἀσφαλῶς, καί ἔχουν συνείδηση οἱ ψυχές, μετά θάνατο. Γνωρίζουν ποῦ εὑρίσκονται, μποροῦν καί ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους καί ἔχουν αὐτοσυνειδησία».

Μόλις ἡ ψυχή βγεῖ ἀπό τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ζεῖ συνειδητά ἀμέσως μιά νέα ζωή, πού ὅμως συνδέεται ἄρρηκτα μέ τήν προηγούμενη ζωή της. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι μέχρι τήν τελική Κρίση, οἱ ψυχές δέν πηγαίνουν στόν μόνιμο τόπο κατοικίας τους, ἀλλά ζοῦν μία ἐνδιάμεση κατάσταση. Ποιά εἶναι αὐτή καί ποῦ κατοικοῦν οἱ ψυχές στό διάστημα πού μεσολαβεῖ ἀπό τόν θάνατο μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου; Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στό ἐρώτημα αὐτό λέει ὅτι ἡ ἀπάντηση εἶναι «ξένον καί φοβερόν καί παρά ἀνθρώποις ἀποκεκρυμμένον μυστήριον». Μυστήριο μέν, ὅμως μέ βάση τήν Ἁγία Γραφή καί κάποιες ὀπτασίες καί μεταθανάτιες ἐμπειρίες Ἁγίων, οἱ Πατέρες ἔχουν δώσει ὁρισμένες ἀπαντήσεις, μέ τίς ὁποῖες γνωρίζουμε σέ γενικές γραμμές τήν πορεία τῆς ψυχῆς μετά τόν θάνατο.

Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης διδάσκει ὅτι «μόλις πεθάνει ὁ ἄνθρωπος, καταλαβαίνει ὅλη τήν ἀλήθεια. Τά λάθη καί τό τί ἔχει κάνει στή ζωή του. Πρίν πεθάνει δέν τά καταλαβαίνει. Ἀνοίγουν τά μάτια τῆς ψυχῆς του καί συναισθάνεται τήν ἐνοχή του, γιατί ἡ ψυχή, ὅταν βγεῖ ἀπό τό σῶμα, κινεῖται, βλέπει, ἀντιλαμβάνεται μέ μιά ἀσύλληπτη ταχύτητα».

Ἐάν ἡ ψυχή εἶναι ἁμαρτωλή, τήν ὥρα πού εἶναι νά ἐξέλθει τοῦ σώματος ἀντικρύζει τόν πονηρό καί ἀπό τόν φόβο της κάνει τό πᾶν γιά νά μήν ἐξέλθει ἀπό αὐτό. Γίνεται πραγματικά μία πάλη, ἡ ὁποία μπορεῖ νά διαρκέσει καί γιά μέρες. Καί χρειάζεται τελικά νά ἔρθει ἱερέας νά διαβάσει τήν Ἀκολουθία εἰς ψυχορραγοῦντα, ὥστε νά μπορέσει νά βγεῖ ἡ ψυχή.

Ἀντίθετα, ἡ ψυχή τῶν ἁγίων καί δικαίων, ὅταν πρόκειται νά ἀναχωρήσει ἀπό τόν μάταιο αὐτό κόσμο, ἀτενίζει τόν φύλακα ἄγγελό της καί ἄλλους ἀγγέλους καί ἁγίους, καί μέ χαρά, εἰρήνη καί ἠρεμία ἀποχωρίζεται ἀπό τό σῶμα. Οἱ συγγενεῖς καί οἱ γνωστοί πού εἶναι συγκεντρωμένοι ἐκεῖ, μπορεῖ νά θρηνοῦν γιά τόν κεκοιμημένο, ὅμως ὁ ἴδιος αἰσθάνεται χαρά, εὐτυχία καί ἀνακούφιση. Αὐτό τό μαρτυροῦν πολλοί, πού γιά κάποιο λόγο ἐπανῆλθαν στή ζωή, καί περιγράφουν τό πόσο ἀσύγκριτα πιό ὄμορφα αἰσθάνονταν ἐκτός τοῦ σώματος.

Ὑπάρχουν πολλές μαρτυρίες ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ πρός στιγμήν πέθαναν, γιά κάποιο λόγο πού μόνο ὁ Θεός γνωρίζει, ἐπανῆλθαν στή ζωή καί περιέγραψαν στούς δικούς τους τό τί εἶδαν. Αὐτά τά ὁποῖα ὅλοι ἀναφέρουν εἶναι ὅτι ἀρχικά εἶδαν νά βρίσκονται ἐκτός τοῦ σώματός τους, νά βλέπουν τό σῶμα τους νά κείτεται νεκρό καί γύρω του οἱ ἄνθρωποί τους νά κλαῖνε καί νά ὀδύρονται, ἐνῶ οἱ ἴδιοι βρίσκονται σέ ἀπέραντη γαλήνη. Στή συνέχεια, ὁδηγοῦνται σέ ἕνα σκοτεινό τοῦνελ, στήν ἄκρη τοῦ ὁποίου ὑπάρχει ἔντονο ὑπερκόσμιο φῶς. Ἐκεῖ συνήθως σταματάει ἡ πορεία τους, δέν βγαίνουν ἀπό τό τοῦνελ σέ ἐκεῖνο τό φῶς, ἀλλά ἐπανέρχονται στήν ἐπίγεια ζωή.

Ὑπάρχουν ὅμως καί περιπτώσεις πού πεθαίνοντας δέν αἰσθάνονται γαλήνη καί ἠρεμία, ἀλλά μεγάλη ἀγωνία. Προσπαθεῖ ἡ ψυχή νά ἐπικοινωνήσει μέ τά ἀγαπημένα της πρόσωπα γιά νά τή βοηθήσουν, ὅμως αὐτό καθίσταται ἀδύνατο. Αὐτό τό περιγράφει πολύ παραστατικά ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός σέ ἕνα τροπάριο, πού ψάλλεται στήν Ἀκολουθία τῆς κηδείας: «Οἴμοι, οἷον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή χωριζόμενη ἐκ τοῦ σώματος! Οἴμοι, πόσα δακρύει τότε, καί οὐχ ὑπάρχει ὁ ἐλεῶν αὐτήν! Πρός τούς ἀγγέλους τά ὄμματα ρέπουσα, ἄπρακτα καθικετεύει, πρός τούς ἀνθρώπους τάς χεῖρας ἐκτείνουσα, οὐκ ἔχει τόν βοηθοῦντα».

Σέ γράμμα του πρός τόν ἀδελφό μιᾶς ἑτοιμοθάνατης γυναίκας, ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος γράφει: «Ἡ ἀδελφή σου δέν θά πεθάνει. Τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου πεθαίνει, ἀλλά ἡ ψυχή του συνεχίζει νά ζεῖ. Ἁπλῶς μεταφέρεται σέ μιά ἄλλη τάξη ζωῆς. Δέν εἶναι ἐκείνη πού θά βάλουν στόν τάφο. Ἐκείνη βρίσκεται σέ ἕναν ἄλλο τόπο ὅπου θά εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο ζωντανή ὅσο καί τώρα. Τίς πρῶτες ὧρες καί ἡμέρες θά βρίσκεται γύρω σου. Μόνο πού δέν θά λέει τίποτα καί ἐσύ δέν θά μπορεῖς νά τήν δεῖς… Λίγο μετά τόν θάνατο, ἡ ψυχή ἀρχίζει ἕναν ἀγώνα γιά νά καταφέρει νά διέλθει ἀπό τά τελώνια. Στόν ἀγώνα της ἡ ἀδελφή σου χρειάζεται βοήθεια! Θά πρέπει νά στρέψεις ὅλη σου τήν προσοχή, καί ὅλη σου τήν ἀγάπη γι’ αὐτήν, στό πῶς θά τήν βοηθήσεις. Πιστεύω πώς ἡ μεγαλύτερη ἔμπρακτη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης σου θά εἶναι νά ἀφήσεις τή φροντίδα τοῦ νεκροῦ της σώματος στούς ἄλλους, νά ἀποχωρήσεις καί, μένοντας μόνος σου ὁπουδήποτε μπορεῖς, νά βυθιστεῖς σέ προσευχή γιά τήν ψυχή της, γιά τή νέα κατάσταση στήν ὁποία βρίσκεται καί γιά τίς καινούριες, ἀπροσδόκητες ἀνάγκες της».

Εἶναι συνεπῶς συγκλονιστικές οἱ πρῶτες στιγμές πού ζοῦν οἱ κεκοιμημένοι μετά τόν θάνατο. Καί ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τή ζωή, ἐνάρετη ἤ ἁμαρτωλή, τήν ὁποία διῆγαν καθ’ ὅλη τήν ἐπίγεια πορεία τους. Ἐμεῖς οἱ ζῶντες, ἄς κάνουμε θερμή προσευχή γι’ αὐτούς, ὅπως μᾶς προτρέπουν οἱ Ἅγιοι. Μέ τόν τρόπο αὐτό, θά μπορέσουμε πολύ νά τούς βοηθήσουμε, στίς πρῶτες ἐναγώνιες στιγμές πού ζοῦνε μετά τόν ἀποχωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα τους.