Μηνύματα εκ του μαρτυρίου των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων

ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Ἐξέχουσα θέση στό ἑορτολόγιο τοῦ μηνός Μαρτίου κατέχει ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων. Τόν βίο τῶν Ἁγίων μᾶς τόν διασώζει πολύ γλαφυρά ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ὁποῖος τόν ἐκφώνησε σέ ὁμιλία του κατά τήν μνήμη τους, στίς 9 Μαρτίου.

Σαράντα νέοι στρατιῶτες, στό πιό ἐπίλεκτο τάγμα τοῦ στρατοῦ τοῦ Λικινίου, οἱ ὁποῖοι ὅμως, ὅταν αὐτός ἐξαπέλυσε διωγμό κατά τῶν Χριστιανῶν, δέν δίστασαν νά ὁμολογήσουν θαρρετά τήν πίστη τους στόν μόνο ἀληθινό Θεό, μέ συνέπεια νά ὑποβληθοῦν στό βασανιστικό μαρτύριο τοῦ ψύχους καί νά ἀφήσουν τήν τελευταία τους πνοή στήν παγωμένη λίμνη τῆς Σεβάστειας.

Μέχρι τήν σύλληψή τους ἀπό τόν ἔπαρχο τῆς περιοχῆς, Ἀγρικόλα, θεωροῦνταν οἱ καλύτεροι στρατιῶτες τῆς μονάδος τῆς Σεβάστειας. Γιά τόν λόγο αὐτό, ὅταν ὁμολόγησαν τήν πίστη τους στόν Χριστό, ὁ ἔπαρχος θέλησε, ὑποβάλλοντάς τους στό μαρτύριο τοῦ ψύχους, νά τούς μεταπείσει, ὥστε νά μήν στερηθεῖ ὁ στρατός του αὐτούς τούς ἐπίλεκτους ἄνδρες.

Ἀρχικά προσπάθησε νά τούς μεταπείσει μέ τό καλό, μέ κολακεῖες, δῶρα καί ὑποσχέσεις γιά τιμές καί ἀξιώματα. Ὅταν ὅμως κατάλαβε ὅτι δέν μποροῦσε νά τούς ἐπιβληθεῖ μέ ἤρεμο τρόπο, διέταξε νά τούς βασανίσουν. Σκέφθηκε, ἐπειδή ἦταν χειμώνας, νά τούς ρίξει τό βράδυ στά παγωμένα νερά τῆς λίμνης τῆς Σεβάστειας.

Τό μαρτύριο ἦταν φρικτό. Τά σώματα ἄρχισαν νά μελανιάζουν. Ἀλλά αὐτοί ἐνεθάρρυναν ὁ ἕνας τόν ἄλλο λέγοντας: «δριμύς ὁ χειμών, ἀλλά γλυκύς ὁ παράδεισος! Λίγο ἄς ὑπομείνουμε καί σέ μία νύχτα θά κερδίσουμε ὁλόκληρη τήν αἰωνιότητα!».

Ἐνῶ τό μαρτύριο γινόταν ὅλο καί πιό ἔντονο, ἕνας λιποψύχησε καί βγῆκε ἀπό τήν λίμνη. Βγαίνοντας, πῆγε κοντά στήν φωτιά πού εἶχαν ἀνάψει οἱ φύλακες στρατιῶτες, γιά νά ζεσταθεῖ. Ἀπό τήν ἀπότομη ἀλλαγή ὅμως τῆς θερμοκρασίας, ἀμέσως ξεψύχησε, χάνοντας παράλληλα τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τόν ἀντικατέστησε ἕνας φρουρός πού τούς φύλαγε, ὁ Ἀγλάιος, ὁ ὁποῖος εἶδε νά κατεβαίνουν ἀπό τόν οὐρανό 40 στεφάνια καί νά στέκονται πάνω ἀπό τίς κεφαλές τους. Ὁμολόγησε τόν Χριστό, μπῆκε στήν λίμνη καί μαζί μέ τούς ἄλλους 39 πῆρε καί αὐτός τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου!

Τό πρωί, τούς ἔβγαλαν μισοπεθαμένους ἀπό τήν λίμνη καί, ἀφοῦ συνέχιζαν νά ὁμολογοῦν τόν Χριστό, τούς συνέτριψαν τά σκέλη καί τούς πέταξαν σέ ἕναν γκρεμό, ὅπου καί ξεψύχησαν. Οἱ μακάριες ψυχές τους ἀνῆλθαν στήν ζεστή ἀγκαλιά τοῦ Παναγάθου Θεοῦ, καί θά αἰσθάνονται ἐκεῖ αἰωνίως τήν θαλπωρή τῆς θεϊκῆς ἀγάπης Του!

Ἡ θεόλεκτος χορεία τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας μέσα στήν κατανυκτική καί ἀσκητική περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προσφέροντας σέ ὅλους μας τό μήνυμα τῆς ἀγωνιστικότητος, τῆς πίστεως, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἀνδρείας, τῆς ἐλπίδος.

Ἀγωνιστικότητος, διότι οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα ἦταν ἀνυποχώρητοι μαχητές. Ὅσο δύσκολο καί ἄν ἦταν τό εὐλογημένο ἀγώνισμα τοῦ μαρτυρίου, δέν πτοήθηκαν. Δέν σταμάτησαν τόν ἀγώνα. Ὁ ἕνας ἐνεθάρρυνε τόν ἄλλο καί ἔτσι τερμάτισαν νικητές!

Πίστεως, διότι δέν τήν ἀρνήθηκαν, παρά τίς ὑποσχέσεις τοῦ ἐπάρχου γιά τιμές καί ἀξιώματα ἀρχικά, ἀπειλές καί βασανιστήρια στήν συνέχεια. Ἤξεραν ὅτι ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως θά ἦταν καί ἡ ὑπογραφή τους γιά τήν θανατική ποινή, ἀλλά καί ἡ ὑπογραφή τοῦ Θεοῦ γιά τήν εἴσοδό τους στόν παράδεισο. Δέν τούς πέρασε ἀπό τό μυαλό, οὔτε σάν σκέψη, νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους. Ἡ πίστη στόν ἀληθινό Θεό καί ἡ ὁμολογία αὐτῆς μέ θάρρος καί ἀποφασιστικότητα ἦταν αὐτονόητη ἀπόρροια τῆς ἀγάπης τους πρός Αὐτόν.

Ὑπομονῆς, διότι ὑπέμειναν ἕως τέλους. Ἡ ὑπομονή ἔχει ἀξία ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπομένει μέχρι τό τέλος τίς δοκιμασίες. Μᾶς τό λέει πολύ χαρακτηριστικά ὁ Κύριός μας: «ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. 24,13). Γιά νά ἀξιωθεῖ ὁ ἄνθρωπος τοῦ στεφάνου ὁποιασδήποτε δοκιμασίας, πρέπει νά ὑπομείνει ἕως τέλους. Ὅπως ἔκαναν οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα. Ἐάν στό μέσον τῆς δοκιμασίας λιποψυχήσει καί ἐξέλθει τοῦ ἀγῶνος, ὅπως ἔκανε ὁ ἕνας ἀπό τήν ἀρχική χορεία τῶν τεσσαράκοντα, τότε χάνει τά πάντα. Ὅλοι οἱ κόποι του πέφτουν στό κενό.

Ἀνδρείας, διότι μέ ἀνδρικό φρόνημα, μέ θάρρος, μέ παρρησία, μέ σθένος καί τόλμη, ὁμολόγησαν τήν πίστη τους. Δέν δειλίασαν οὔτε στιγμή. Ἡ δειλία εἶναι ἄγνωστη στόν Χριστιανό. Δειλός Χριστιανός ἴσον κίβδηλος Χριστιανός. Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο: «οὐ γάρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός Πνεῦμα δειλίας, ἀλλά δυνάμεως» (Τιμ. Β΄ 1,7).

Ἐλπίδος τέλος, διότι ὅταν οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα ὑφίσταντο τό μαρτύριο, τό ἔκαναν μέ περισσή ἐλπίδα, ὅτι σέ μικρό χρονικό διάστημα, ὄχι μόνο θά σταματοῦσε τό δεινό βασανιστήριο, ἀλλά θά ἔβρισκε καί ἡ ψυχή τους μεγάλη ἀναψυχή. Γι’ αὐτό καί κατά τήν διάρκεια τοῦ μαρτυρίου, ἐμψυχώνοντας ἀλλήλους, ἔλεγαν ἐκεῖνο τό θαυμάσιο ψαλμικό: «Διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος, καί ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν» (Ψαλμ. 65,12), καί ἐπίσης, «δριμύς ὁ χειμών, ἀλλά γλυκύς ὁ παράδεισος». Ἡ ἐλπίδα τους ἦταν ἡ ἀναψυχή τῆς ἑνώσεώς τους μέ τόν Θεό.

Ἡ ἐλπίδα τους αὐτή δέν διαψεύσθηκε. Διότι τίποτε ἀπ’ αὐτά πού ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός στούς πιστούς δέν εἶναι ψεύτικα καί μάταια. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11,28) ὑπόσχεται ὁ Θεός στούς πιστούς. Ἡ χαρά τοῦ παραδείσου καί ἡ ἀνάπαυση τῶν κοπιόντων κατά τήν τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἀκάλυπτη ἐπιταγή, ἀλλά συμβόλαιο αἰώνιο. Συμβόλαιο πού ὑπογράφηκε ἀπό τόν Θεό, ὄχι μέ κοινή μελάνη, ἀλλά μέ τό ἴδιο Του τό Αἷμα, πού ἔχυσε ἐπάνω στόν Σταυρό. Τούς ὅρους αὐτοῦ τοῦ συμβολαίου, ἐμεῖς ἔχουμε χρέος νά τούς τηρήσουμε ἀπαρεγκλίτως, ὥστε νά λάβουμε τήν ὑποσχόμενη ἀνάπαυση καί χαρά.