Κάποτε, πλησιάζοντας τόν Ἰησοῦ Χριστό ἕνας ἀπό τούς γραμματεῖς, τόν ρώτησε ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἐντολή. “Ὁ δέ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε, Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι· καί ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. Αὕτη πρώτη ἐντολή” (Μάρκ. 12,29-30). Ἡ πιό μεγάλη ἐντολή, τοῦ ἀπάντησε, εἶναι νά πιστέψει καί νά ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς καρδιᾶς του. Πάνω ἀπ’ αὐτή τήν πίστη καί τήν ἀγάπη νά μήν βάλει ὁποιαδήποτε ἄλλη πίστη ἤ ἀγάπη.
Προσφέροντας ὁ ἄνθρωπος αὐτή τήν πίστη καί τήν ἀγάπη του στόν Θεό, Αὐτός τοῦ ἀντιπροσφέρει τήν εὐλογία καί τήν Χάρη Του. Δίνουμε τήν καρδιά μας στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός μᾶς δίνει ἁπλόχερα τήν Χάρη Του. Πόσο ἀκριβό δῶρο εἶναι αὐτό; Πόσο πολύτιμο; Ἀναντικατάστατο! Μόνο ὅποιος τό ἔζησε μπορεῖ νά τό καταλάβει. Ἡ χαρά, ἡ γαλήνη, ἡ εἰρήνη, ἡ εὐτυχία πού νιώθει ἡ λουσμένη ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ψυχή, δέν συγκρίνεται μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη ψευτοχαρά τῆς ζωῆς. Πολλοί ἅγιοι ἀσκητές μάλιστα, οἱ ὁποῖοι ἔνιωθαν πολύ ἔντονα αὐτή τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, Τόν παρακαλοῦσαν νά μήν τούς τήν δίνει σέ τόσο μεγάλο βαθμό, ἀπό φόβο μήπως χάσουν τό μυαλό τους βιώνοντας μιά τόσο μεγάλη εὐτυχία.
Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπισκιάζει τούς πιστούς ὅταν τηροῦν μέ πίστη, ἀγάπη καί αὐταπάρνηση τό θέλημά Του. Ἡ Χάρη αὐτή ἔρχεται κυρίως τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας Του. Ἀλήθεια, πόσο μεγάλη Χάρη ἔχει ἡ Θεία Λειτουργία, ἀλλά καί οἱ ἄλλες ἀκολουθίες πού γίνονται στόν Ναό, ἀκόμα καί ἡ ἀτομική προσευχή στό «ταμιεῖον», ἄν τίς κάνουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας! Πόσο τότε ὁ Θεός δίνει τήν Χάρη Του καί αἰσθανόμαστε αὐτή τήν ἀνεξήγητη γλυκύτητα!
Ἀναλόγως μέ τό πόσο ἔχουμε τήν καρδιά μας προσηλωμένη στόν Θεό τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, τόση Χάρη παίρνουμε. Ἄν κάνουμε ἀγώνα καί προσευχόμαστε μέ πίστη καί ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἀφήνοντας τίς βιοτικές μέριμνες στήν ἄκρη, τότε νοιώθουμε αὐτή τήν γλυκύτητα, τήν ὁποία δέν μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ ἄνθρωπος σέ καμία ἄλλη περίπτωση. Γιά νά τήν βρεῖ πρέπει νά ἀγωνιστεῖ, γιά νά τήν βρεῖ πρέπει νά ταπεινωθεῖ, γιά νά τήν βρεῖ πρέπει νά ἀγαπήσει τόν Θεό πάνω ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο. Πάνω καί ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. Νά ἀποτινάξει ἀπό πάνω του τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες του καί τότε ἔρχεται ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καί γλυκαίνει τήν ψυχή, ἡ ὁποία πλέον αἰσθάνεται τόσο ὄμορφα καί αἰσθάνεται σάν νά εἶναι στόν παράδεισο!
Αὐτή τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνάγκη νά ἀγωνιζόμαστε νά τήν ἔχουμε πάντα συνοδίτη μας, ἀλλά δυστυχῶς δέν τήν ἔχουμε. Ὁ Θεός εἶναι παιδαγωγός καλός. Πολλές φορές μᾶς τήν δίνει ἁπλόχερα, γιά νά μᾶς φιλοτιμήσει γιά κάποιον ἀγώνα πού ἔχουμε κάνει, ὥστε νά τόν συνεχίσουμε. Μᾶς κάνει νά νιώσουμε λίγο τήν Χάρη Του, γιά νά καταλάβουμε τήν ἀξία της, τήν ἀπαράμιλλη γλυκύτητά της, νά τήν αἰσθανθοῦμε, καί γεμίζει τότε ἀπό χαρά ἡ καρδιά μας καί θέλουμε τήν χαρά αὐτή νά μήν τήν χάσουμε ποτέ.
Τίς πιό πολλές φορές ὅμως ἀποδεικνυόμαστε ἀνάξιοι τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τότε τήν ἀποσύρει ἀπό πάνω μας. Εἴτε γιά νά μᾶς παιδαγωγήσει εἴτε γιατί ἔχουμε στενοχωρήσει τήν ἀγάπη Του. Τότε ὁ Θεός παίρνει τήν Χάρη του μέχρι νά συνέλθουμε, νά ταπεινωθοῦμε, νά μετανοήσουμε καί νά ζητήσουμε συγχώρηση, ὥστε νά τήν στείλει ὁ Θεός καί πάλι καί νά γεμίσει ἡ καρδιά μας.
Τί μεγάλη εὐτυχία ὅταν μᾶς ἐπισκιάζει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τί μεγάλη δυστυχία ὅταν φεύγει! Καί τό βιώνουμε αὐτό πολλές φορές στήν πορεία τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Γιά νά φτάσουμε ὅμως νά ἀποκτήσουμε μόνιμα τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά μήν φεύγει, χρειάζεται χρόνος πολύς. Χρειάζεται νά ἀγωνιστοῦμε πολύ, χρειάζονται χρόνια πνευματικοῦ ἀγῶνος.
Αὐτή τήν γλυκύτητα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ οἱ Ἅγιοί μας τήν ἔνοιωθαν συνεχῶς, γιατί ἔκαναν ἀγώνα. Δέν ἦταν ὑπεράνθρωποι. Σάν κι ἐμᾶς ἄνθρωποι ἦταν, ἔκαναν ὅμως συνεχές καί ἐπίπονο ἀγώνα νά εὐαρεστοῦν τόν Θεό.
Ἐμεῖς δέν ἔχουμε κάνει τέτοιους ἀγῶνες καί ἔτσι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ φεύγει ἀπό κοντά μας. Καί ὅταν φεύγει, τότε πόσο θλιβόμαστε, πόσο ἄδειοι, πόσο μικροί αἰσθανόμαστε! Κι ἄν συνέλθουμε, κι ἄν καταλάβουμε τά λάθη μας, ἄν καταλάβουμε τά σφάλματά μας, καί προσέλθουμε πάλι καί προσκυνήσουμε τόν Ἅγιο Θεό καί ζητήσουμε συγχώρηση, τότε μᾶς τήν δίνει πάλι ἁπλόχερα. Πόσο μακρόθυμος εἶναι! Πόσο πολυεύσπλαχνος! Μᾶς προσκαλεῖ συνεχῶς λέγοντας: Λάβε τήν Χάρη μου νά χαρεῖς. Ἀλλά κράτησέ την μέσα σου. Μήν τήν ἀφήνεις νά φύγει.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς δίνει δύναμη καί φωτισμό, ὥστε νά σηκωνόμαστε γρήγορα ἀπό ἐκεῖ πού πέφτουμε, νά μήν μένουμε στήν πτώση μας, γιά νά μήν στερούμαστε τήν Χάρη Του καί νά μήν νοιώθουμε κενοί μέσα μας. Αὐτό ἄς καταστεῖ κύριο μέλημά μας. Ἡ ἀγωνία μας καί ὁ ἀγώνας μας ἄς εἶναι νά εὐαρεστοῦμε μέ τά ἔργα μας στόν Θεό. Νά μήν Τόν στενοχωροῦμε.
Καί ὅταν αὐτό εἶναι τό μέλημά μας, θά χαιρόμαστε τήν πίστη μας. Θά αἰσθανόμαστε συνεχῶς αὐτή τήν γλυκύτητα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ καρδιά μας θά εἶναι γαλήνια. Ἡ ψυχή μας θά εἶναι εἰρηνευμένη. Καί τότε θά χαιρόμαστε τόν Παράδεισο καί ἀπό αὐτήν ἀκόμα τήν ζωή!