Η τιμή στίς Άγιες Εικόνες. Ο όσιος Θεόφιλος ο Ομολογητής

ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ

Ἡ τιμή στίς Ἅγιες Εἰκόνες

Ὁ ὅσιος Θεόφιλος ὁ Ὁμολογητής

Ἡ περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας ὑπῆρξε γιά τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας μιά δύσκολη περίοδος «ἐσωτερικῆς» πάλης, πού εἶχε τά χαρακτηριστικά ἐμφύλιου διχασμοῦ. Οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς περιγράφουν μέ μελανά χρώματα τήν ἑκατοντάχρονη καί πλέον ἱστορική αὐτή περίοδο (726-843 μ.Χ). Ἡ ἑβδόμη Οἰκουμενική Σύνοδος (783 μ.Χ.) ξεκαθάρισε καί διακήρυξε τήν Ὀρθόδοξο θέση καί πίστη, ἀλλά δυστυχῶς πολιτικά καί προσωπικά συμφέροντα συντήρησαν, γιά ἀρκετά χρόνια ἀκόμα, τήν ἔριδα αὐτή.

Ἡ διαμάχη εἶχε νά κάνει μέ τό ἄν θά πρέπει νά τιμοῦμε καί νά προσκυνοῦμε τίς Εἰκόνες πού ἔχουμε στίς ἐκκλησίες καί στά σπίτια μας ἤ ὄχι. Οἱ εἰκονομάχοι πίστευαν πώς ὅταν προσκυνοῦμε μία εἰκόνα, πού εἶναι κατασκευασμένη συνήθως ἀπό ξύλο, γινόμαστε εἰδωλολάτρες, διότι ἀσπαζόμαστε τό ὑλικό μέ τό ὁποῖο ἔχει φτιαχτεῖ.

Ἀντίθετα οἱ εἰκονολάτρες, καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, διακήρυτταν πώς, ὅταν προσκυνοῦμε μία εἰκόνα, μέ τόν ἀσπασμό μας δέν δίνουμε τιμή στό ξύλο, στό τζάμι ἤ στό ὁποιοδήποτε ὑλικό ἀπό τό ὁποῖο ἔχει κατασκευαστεῖ, ὅπως ἔκαναν οἱ εἰδωλολάτρες στήν ἀρχαιότητα, ἀλλά τιμοῦμε τό πρόσωπο τό ὁποῖο ἀποτυπώνεται ἁγιογραφικά ἐπάνω στό ὑλικό αὐτό.

Δυστυχῶς, μέ τήν ἔριδα αὐτή καί τά δῆθεν λογικοφανῆ ἐπιχειρήματα τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, διεξαγόταν μία νέα μάχη στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας. Οἱ ἐχθροί τῆς πίστεως βρῆκαν εὐκαιρία νά πολεμήσουν καί πάλι τήν Ἐκκλησία, ξεσηκώνοντας νέους διωγμούς ἐνάντια σέ ὅσους ἔμεναν πιστοί στήν χριστιανική παράδοση.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στήν ἔριδα ἔπαιζαν ἀνώτατα ἐκκλησιαστικά καί πολιτικά πρόσωπα, ἀκόμα καί αὐτοκράτορες. Ἔτσι, οἱ ἄνθρωποι πού παρέμειναν πιστοί στήν Ὀρθόδοξο παράδοση, κληρικοί καί λαϊκοί, ὑπέστησαν φοβερές διώξεις καί θανάτους.

Τήν περίοδο αὐτή, ἀναφάνηκαν στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο σπουδαῖες προσωπικότητες, πού κράτησαν μέ κάθε κόστος τίς Ὀρθόδοξες θέσεις. Πολλοί ἀπό αὐτούς μάλιστα χρειάστηκε νά ὑποστοῦν φρικτά βασανιστήρια καί νά χύσουν τό τίμιο αἷμα τους, ὁμολογώντας τήν πίστη τους.

Ἕνας Ἅγιος, πού ὁμολόγησε μέ σθένος τήν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, ἦταν ὁ ὅσιος Θεόφιλος ὁ Ὁμολογητής, πού ἑορτάζουμε τήν μνήμη του στίς 2 Ὀκτωβρίου. Καί ἐπειδή δέν θανατώθηκε ὅταν ὑπέστη τά πολλά καί φοβερά βασανιστήρια, ἀλλά συνέχισε νά ζεῖ, ὀνομάζεται Ὁμολογητής.

* * *

Ὅταν τήν αὐτοκρατορία τήν κυβερνοῦσε ὁ Λέων ὁ Ἴσαυρος, ἕνας ἄθεος βασιλιάς καί φοβερός εἰκονομάχος, ἐξαπολύθηκε ὁ πρῶτος διωγμός κατά τῶν πιστῶν Χριστιανῶν πού προσκυνοῦσαν τίς Ἅγιες Εἰκόνες. Ὁ ὅσιος Θεόφιλος τότε ἦταν ἤδη ἕνας εὐλαβής μοναχός, πού ἀγωνιζόταν στό μοναστήρι του γιά τήν κάθαρση τοῦ ἑαυτοῦ του ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες, καί τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

Βλέποντας τόν φοβερό πόλεμο πού ἐξαπολύθηκε κατά τῶν Ἁγίων Εἰκόνων καί τήν ἀθεότητα τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος, ἔπεσε σέ μεγάλη θλίψη. Ἡ ἁγνή, καθαρή καί ἄδολη καρδιά του βάρυνε, μήν ἀντέχοντας αὐτό τόν μεγάλο πειρασμό πού παρουσιάστηκε στά σπλάχνα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ φλόγα πού ἔκαιγε στά σωθικά του, ἀπό τήν θερμή πίστη καί ἀγάπη πού εἶχε στόν Χριστό, φούντωσε καί ἔγινε μέσα του λάβα ἡφαιστείου. Θεώρησε μεγάλη προσβολή, στήν Ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τόν ἀντίχριστο αὐτό πόλεμο καί ἔνιωσε ἱερή ἀγανάκτηση.

Μέ τόν εὐλαβή ζῆλο πού εἶχε μέσα του (ὄχι νοσηρό φανατισμό), καί τήν πολλή του ἀγάπη στόν Χριστό, ἄφησε τό μοναστήρι του καί βρέθηκε στήν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ παρουσιάστηκε μπροστά στόν αὐτοκράτορα. Μέ μεγάλη παρρησία καί θάρρος, καί μέ λόγια θερμῆς πίστης, ἔλεγξε κατά πρόσωπο, σάν τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, τόν ἀσεβή αὐτοκράτορα. Τόν ὀνόμασε ἄθεο, παράνομο καί πρόδρομο τοῦ ἀντιχρίστου.

Τό θάρρος τοῦ Ἁγίου ἦταν πράγματι θαυμαστό. Πόσο δύσκολο ἦταν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, ἀκόμα καί ἄν ἦταν μοναχός, νά βρεθεῖ μπροστά στόν βασιλιά, τόν κυβερνήτη τῆς τεράστιας αὐτοκρατορίας, τόν ἰσχυρότερο ἄνθρωπο τοῦ τότε κόσμου, καί νά τόν ἐλέγξει γιά τήν ἀπόφαση καί διαταγή του! Σίγουρα γνώριζε καλά τί τόν περίμενε.

Ὁ ὅσιος Θεόφιλος ὅμως εἶχε μαθητεύσει καλά στά λόγια του Κυρίου: «Γιά τό Ὄνομά μου, θά παρασταθεῖτε μπροστά σέ βασιλεῖς καί ἡγεμόνες. Νά μή δειλιάσετε καί ὀλιγοπιστήσετε, ἀλλά μέ παρρησία νά μιλήσετε καί νά πεῖτε αὐτά πού τό Ἅγιο Πνεῦμα θά βάλει στό στόμα σας». Μπορεῖ νά ἦταν μικρός στό ἀξίωμα ἀπέναντι στόν αὐτοκράτορα, ἀλλά ἦταν μέγας στήν πίστη καί ψυχικά ἰσχυρότερος.

Ὁ Λέων ὁ Ἴσαυρος, ὅπως ἦταν φυσικό, ἐξαιτίας τοῦ ἀθέου φρονήματός του, ἀντί νά συνετισθεῖ ἀπό τά τόσο ἀληθινά καί φωτισμένα λόγια τοῦ Ἁγίου, ἐξαγριώθηκε καί θεώρησε τόν Ὅσιο βλάσφημο, ἀνυπάκουο καί αὐθάδη. Ἀμέσως διέταξε νά τιμωρηθεῖ παραδειγματικά μέ ραβδισμούς καί φυλάκιση.

Γιά πολλή ὥρα καί μέ ἄγριο μίσος, οἱ ἄνθρωποι τοῦ βασιλιᾶ ἔδειραν τόν Ὅσιο ἀνελέητα. Ἔπειτα τόν ἔριξαν στήν φυλακή καί τόν ἄφησαν γιά πολύ καιρό χωρίς τροφή καί νερό. Ὁ Ὅσιος δέχθηκε μέ ἀγαλλίαση τά βασανιστήρια αὐτά, θεωρώντας πώς ἔτσι γίνεται μιμητής τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων. Παρά τήν σωματική ἐξάντληση καί τούς πόνους, αἰσθανόταν μιά οὐράνια χαρά, πού τόν ἐνίσχυε καί τόν στήριζε.

Τελευταία ἀπόφαση τοῦ αὐτοκράτορος ἦταν ἡ ἐξορία τοῦ Ὁσίου σέ τόπο ἀπαράκλητο. Τό δέχθηκε καί αὐτό ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ, παρότι ἔλπιζε πώς θά τελείωνε τήν ζωή του μαρτυρικά. Ἐκεῖ στήν ἐξορία, μέ τίς ἀνθρώπινες δυσκολίες, ἀλλά δοξολογώντας καί εὐχαριστώντας τόν Θεό, παρέδωσε εἰρηνικά τό πνεῦμα του στόν Κύριο, πού τόσο ἀγάπησε καί ὁμολόγησε.

Ὁ ἀγώνας, ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καί γιά μᾶς μιά σωτήρια παρακαταθήκη, τήν ὁποία πρέπει νά φυλάξουμε μέ ὅλη μας τήν δύναμη. Ὁ ὅσιος Θεόφιλος ὁ Ὁμολογητής ἄς πρεσβεύει στόν Κύριό μας, νά ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε μιμητές τοῦ ἀγώνα του, τῆς ἔνθερμης πίστης του καί νά βρεθοῦμε κοντά του στήν Οὐράνιο Βασιλεία, γιά νά δοξολογοῦμε παντοτινά τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό.

π.Β.Σ.