Η κηδεία

09-ΘΑΝΑΤΟΣ

Στήν πατρίδα μας, μέχρι πρόσφατα, τά πάντα ἦταν συνυφασμένα μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη. Οἱ χαρές καί οἱ λῦπες τῶν ἀνθρώπων περνοῦσαν σέ κάθε περίπτωση μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία. Αὐτό δυστυχῶς τά τελευταῖα χρόνια ἔχει ἀλλάξει. Ὄχι μόνο ἐπειδή ἔχει κατακλυστεῖ ἡ πατρίδα μας ἀπό ἀλλόθρησκους πρόσφυγες καί μετανάστες, ἀλλά καί ἐπειδή πολλοί, θέλοντας νά διατυμπανίσουν τίς ἄθεες πεποιθήσεις τους, ἔχουν ἀποκοπεῖ, καί μάλιστα προκλητικά, ἀπό ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι καί στό θέμα τῆς ἐκδημίας ἑνός ἀνθρώπου, δέν ἀκολουθοῦν αὐτά τά ὁποῖα ἐπιτάσσει ἡ ὀρθόδοξη παράδοση γιά τόν κεκοιμημένο. Καί ἡ κηδεία, τήν ὁποία θά τελέσουν, εἶναι ἡ λεγόμενη πολιτική.

Αὐτή ἡ κηδεία βέβαια εἶναι μιά ψυχρή συνάθροιση συγγενῶν καί φίλων, στήν ὁποία ἐκφωνοῦνται κάποιες ὁμιλίες. Ἁπλῶς, μιά κοινωνική ἐκδήλωση. Ἰδιαίτερα, ὅταν μετά ἀπό αὐτή τή συνάθροιση δέν ἀκολουθεῖ ταφή ἀλλά καύση τοῦ σώματος, τότε φαίνεται ξεκάθαρα ἡ προσβολή τῆς τιμῆς τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Καμία ἀνθρωπιά, καμία ὀμορφιά, καμία ἐλπίδα.

Ὀρθόδοξη κηδεία

Ἀντίθετα, τό σῶμα, τό ὁποῖο κηδεύεται μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀπολαμβάνει τή θεόσδοτη τιμή πού τοῦ ἀξίζει, ἀφοῦ σῶμα καί ψυχή ἀποτελοῦν ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο πρόσωπο. Δέν εἶναι τό σῶμα ἕνα ἔνδυμα τῆς ψυχῆς πού πρέπει νά ἀπορριφθεῖ, ἀλλά ὁ χωρισμός σώματος καί ψυχῆς εἶναι πρόσκαιρος καί ἐντάσσεται στό σχέδιο σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, στήν ἀκολουθία τῆς ὀρθόδοξης κηδείας διαφαίνεται καθαρά ὅτι ἡ μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι μόνο γιά τήν ψυχή ἀλλά καί γιά τό σῶμα.

Ὅλα τά συναισθήματα, τά ὁποῖα ἐπικρατοῦν στήν ὀρθόδοξη κηδεία, εἶναι ἐλπιδοφόρα, παρηγορητικά, ἐμψυχωτικά καί ἀποτελοῦν βάλσαμο γιά τήν πονεμένη ψυχή. Ἡ ἐλπίδα τῆς ἐπανασυναντήσεως μέ τόν κεκοιμημένο εἶναι ἔντονη καί ἡ προσευχή, πού ἀναπέμπεται στόν Δημιουργό, προσφέρει ἀνάπαυση καί γαλήνη στίς ψυχές τῶν συγγενῶν καί φίλων. Ὅσοι συμμετέχουν στήν ἀκολουθία τῆς κηδείας, γνωρίζουν ὅτι βρίσκονται μπροστά στό γεγονός τῆς φθορᾶς τοῦ σώματος, ἀλλά καί στήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως. Τό σῶμα εἶναι καταδικασμένο νά φθαρεῖ, «γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3, 19), εἶχε πεῖ ὁ Θεός στόν Ἀδάμ μετά τήν παρακοή του μέσα στόν Παράδεισο. Ἔδωσε ὅμως παράλληλα καί τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας καί τῆς ἀναστάσεως: «Αὐτός σοῦ τηρήσει κεφαλήν» (Γεν. 3, 15), δηλαδή ὁ Σωτήρας θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ διαβόλου-θανάτου.

Βέβαια, στή νεκρώσιμη Ἀκολουθία ἡ προσοχή τῶν ὕμνων καί τῶν εὐχῶν στρέφεται κυρίως στήν ἀναχωροῦσα ψυχή, διότι αὐτή τότε ἔχει ἰδιαίτερη ἀνάγκη. Στά τροπάρια τῆς νεκρώσιμης Ἀκολουθίας, τά ὁποῖα συνέταξε, μέ φωτισμό Θεοῦ καί ὑψηλή θεολογία, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀποτυπώνεται ὁ βαθύς πόνος γιά τή θνητότητα, ἡ ματαιότητα τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως.

Πρακτικά θέματα τῆς κηδείας

Γιά νά τελεσθεῖ ἡ κηδεία καί ἡ ταφή ἑνός ἀνθρώπου, θά πρέπει νά ἐκδοθεῖ ἡ ἄδεια ταφῆς, τήν ὁποία προσκομίζει στόν ἱερέα κάποιος ἀπό τούς συγγενεῖς. Γιά τήν ἔκδοση τῆς ἄδειας φροντίζουν συνήθως τά γραφεῖα τελετῶν, ἀφοῦ λάβουν τή νόμιμη πιστοποίηση τοῦ θανάτου ἀπό γιατρό ἤ ἀπό τό Νοσοκομεῖο, στό ὁποῖο νοσηλευόταν ὁ κεκοιμημένος. Ἡ κηδεία-ταφή ἐπιτρέπεται μετά ἀπό 12 ὧρες ἀπό τή νόμιμη πιστοποίηση τοῦ θανάτου.

Ὁ καθορισμός τῆς ἡμέρας καί τῆς ὥρας τῆς κηδείας ἐξαρτᾶται ἀπό πολλούς παράγοντες. Γιά παράδειγμα, ἐάν ὁ ἀποδημήσας πέθανε σέ ἀτύχημα ἤ σέ τροχαῖο, συνήθως πρέπει νά προηγηθεῖ νεκροψία. Ἐπίσης, ἐάν ὁ κεκοιμημένος ἦταν νέος καί δέν ὑπῆρχε ὑποκείμενο νόσημα, γίνεται ὁπωσδήποτε νεκροψία-νεκροτομή, γιά νά πιστοποιηθοῦν τά αἴτια τοῦ θανάτου. Οἱ διαδικασίες αὐτές καθυστεροῦν κάπως τήν κηδεία. Ἀντίθετα, ἐάν ἦταν μεγάλης ἡλικίας, μέ ὑποκείμενα νοσήματα, τότε ἀρκεῖ ἡ πιστοποίηση τοῦ θανάτου ἀπό ἕνα γιατρό.

Καθυστέρηση γιά τήν κηδεία ὑπάρχει καί στήν περίπτωση πού ὁ κεκοιμημένος πρέπει νά μεταφερθεῖ σέ ἄλλο μέρος, π.χ. στόν τόπο καταγωγῆς του, ἤ ὅταν εἶναι ἀπαραίτητο νά παραστεῖ κάποιος πολύ κοντινός συγγενής πού ζεῖ μακριά. Ἐάν ὁ ἀποβιώσας εἶναι ἡλικιωμένος ἤ ταλαιπωρημένος ἀπό κάποια δύσκολη ἀσθένεια, ἡ κηδεία γίνεται ἄμεσα, ὥστε νά μήν ἐπιβαρυνθεῖ ἄλλο τό ταλαιπωρημένο σῶμα του. Συνήθως, ἐάν κάποιος κοιμηθεῖ τό βράδυ, ἡ κηδεία γίνεται τήν ἄλλη ἡμέρα τό ἀπόγευμα. Ἐνῶ, ἐάν κοιμηθεῖ μέσα στή μέρα, ἡ κηδεία γίνεται τήν ἑπόμενη ἡμέρα τό πρωί.

Ἀφοῦ ὁρισθεῖ ὁ χρόνος τελέσεως τῆς κηδείας, ὁ ἱερέας προσέρχεται στήν οἰκία τοῦ κεκοιμημένου λίγη ὥρα πρίν τήν Ἀκολουθία, ὥστε νά συνοδεύσει τό σκήνωμα μέχρι τόν ναό. Τά τελευταῖα χρόνια, κυρίως στίς πόλεις, τό σκήνωμα παραμένει σέ εἰδικό χῶρο-ψυγεῖο ἐντός τοῦ γραφείου τελετῶν καί μεταφέρεται ἀπευθείας στόν ναό, μία ὥρα πρίν τήν κηδεία. Τήν καθορισμένη ὥρα τῆς κηδείας προσέρχονται στόν ναό οἱ φίλοι καί συγγενεῖς τοῦ κεκοιμημένου καί ὁ ἱερέας τελεῖ τή διατεταγμένη Ἀκολουθία.

Ἡ παρουσία τῶν συγγενῶν καί φίλων στόν ναό δέν εἶναι μία κοινωνική συνάθροιση-κοινωνική ὑποχρέωση, ἀλλά ἀποτελεῖ οὐσιαστική βοήθεια γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ κεκοιμημένου, ἀφοῦ ὅλοι οἱ πιστοί θά ἑνώσουν τίς προσευχές τους καί θά τόν «συγχωρέσουν». Κλῆρος καί λαός ἀποχαιρετοῦν τόν ἐκδημοῦντα, ὄχι ἁπλῶς μέ τήν κοινωνική διάσταση τοῦ ὅρου, ἀλλά καί μέ τήν ἐκκλησιολογική. Ἕνα μέλος τῆς Ἐκκλησίας μεταβαίνει ἀπό τόν μάταιο αὐτό κόσμο στήν ἀληθινή καί αἰώνια ζωή κοντά στόν Σωτῆρα Χριστό.

Τώρα ὁ κεκοιμημένος ἔχει ἀνάγκη μόνο τῶν προσευχῶν, ἀφοῦ αὐτή εἶναι καί ἡ μοναδική βοήθειά του σ’ αυτές τίς δύσκολες ὧρες. Συνεπῶς, ἡ ὀρθόδοξη κηδεία ἀποτελεῖ τό καλύτερο βάλσαμο καί γιά τόν κεκοιμημένο καί γιά τούς συγγενεῖς καί φίλους του!