Διδάσκαλος και αγιοποιός

Άγιο Πνεύμα

Ὁ Κύριος στό τελευταῖο διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του διδάσκοντας τούς μαθητές Του, τονίζει μεταξύ τῶν ἄλλων: «συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγώ ἀπέλθω, ἐάν γάρ μή ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρός ὑμᾶς» (Ἰω. 16,7). Ποιός εἶναι ὁ Παράκλητος; Εἶναι τό τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας. Εἶναι αὐτό πού ζωογονεῖ ὁλόκληρη τήν δημιουργία καί συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας.

Στόν πρῶτο στίχο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, διαβάζουμε: «…πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1). Τό Πνεῦμα τό ἅγιο σκέπαζε τά ὕδατα. Προετοίμαζε καί διαμόρφωνε τά ἀδιαμόρφωτα στοιχεῖα τῆς ὕλης…  Μέ τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐπίσης, ἀνήγγειλαν οἱ Προφῆτες τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία.

Στήν Καινή Διαθήκη τό συναντοῦμε ὡς πῦρ, ὕδωρ ζῶν, πνεῦμα τῆς ἀληθείας. Στόν Εὐαγγελισμό ὁ ἀρχάγγελος ἐξηγεῖ στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο: «πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ…» (Λουκ. 1,35). Κι ὁ Τίμιος Πρόδρομος διαλαλεῖ: «Αὐτός ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ…» (Μάρκ. 1,8).

Μετά τήν Ἀνάστασή Του ὁ Κύριος, μιλᾶ ξεκάθαρα: «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον…»(Ἰω. κ΄ 22). Κατόπιν ἐντέλλεται στούς μαθητές Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. κ΄ 19). Καί πλησιάζοντας στήν Ἀνάληψή Του προτρέπει: «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τήν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρός μου ἐφ’ ὑμᾶς… μείνατε ἐν τῇ πόλει… ἕως οὖ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους» (Λουκ. κδ΄ 49).

Κι ἔμειναν καί περίμεναν τήν μεγάλη στιγμή. Τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅπου παρουσιάσθηκε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τή μορφή τῆς βοῆς τοῦ βιαίου ἀνέμου καί τῶν πυρίνων γλωσσῶν. Κι ὅπως ὅταν φυσάει ἄνεμος ἡ ἀτμόσφαιρα καθαρίζεται, ἡ ζωή ἀνανεώνεται μέ τήν δροσιστική, ἀνακουφιστική πνοή του καί σκορπίζει κάθε τι πού εἶναι ἄχυρο καί σκόνη, ἔτσι καί μέ τήν ἔλευση τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἡ ναρκωμένη ζωή τῶν ἀνθρώπων παίρνει καινούρια δύναμι, ἡ ἀτμόσφαιρα ἀνανεώνεται. Γκρεμίζεται ὅ,τι ψεύτικο καί σάπιο ὑπῆρχε, ὅπως ἦταν οἱ εἰδωλολατρικές θεωρίες, οἱ θυσίες, οἱ ἐντολές κ.ἄ.

 Καί ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή ἀρχίζει ἡ καταπληκτική μεταβολή τῶν μαθητῶν. Οἱ ἁπλοί ἁλιεῖς μεταμορφώνονται σέ ὑψηγόρους θεολόγους καί οἱ ἄσημοι καί ἀγράμματοι ἀναδεικνύονται σοφοί, πολύγλωσσοι, φωτισμένοι καθοδηγητές τῆς ἀνθρωπότητας. Καί ὁ ζῆλος αὐτός μένει πύρινος μέχρι τήν ὕστατη πνοή τους. Οὕτε οἱ θλίψεις, οὔτε οἱ ταλαιπωρίες, οὔτε οἱ διωγμοί καί τά φρικτά μαρτύρια τούς κάμπτουν.

Εἶναι αὐτό τό Πνεῦμα τό ἅγιο, πού καθάρισε τήν Ὑπέραγνη Κόρη ἀπό τόν ρύπο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καί τήν κατέστησε καθαρώτατο ναό τοῦ Σωτῆρος, ὅπου μέσα της συνελήφθη καί κυοφορήθηκε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ.

 Εἶναι αὐτό πού ἔστεψε τούς προφῆτες, τούς μάρτυρες, τούς πατέρες καί ὁμολογητές τῆς πίστης μας. Ταμειοῦχος πλέον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ Ἁγία Ἐκκλησία, ἡ ὁποία τό μεταδίδει στούς πιστούς διά τοῦ ἱεροῦ κλήρου, μέσω τῶν μυστηρίων.

Εἶναι αὐτό πού ζωογονεῖ, ἐμψυχώνει καί ἐνδυναμώνει τά πλάσματα. Χαρίζει τό νοῦ καί τήν ἀνώτερη ζωή, τήν πνευματική. Φωτίζει, ἐνισχύει μέ ποικίλους τρόπους τούς πιστούς, μεταδίδοντάς τους ἐξαίσια χαρίσματα. «Ἑκάστῳ δέ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρός τό συμφέρον, ᾧ μέν γάρ διά τοῦ Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δέ λόγος γνώσεως κατά τό αὐτὸ Πνεῦμα, ἑτέρῳ δέ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δέ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δέ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δέ προφητεία, ἄλλῳ δέ διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ δέ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δέ ἑρμηνεία γλωσσῶν, πάντα δέ ταῦτα ἐνεργεῖ τό ἕν καί τό αὐτό Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθώς βούλεται» (Αʹ Κορ. 12, 7-10).

Μόνο μέ τόν φωτισμό του μποροῦμε νά εἰσδύσουμε στίς ἀλήθειες τῆς πίστης μας. Γι’ αὐτό καί κάθε ἀκολουθία ἀρχίζει μέ τήν προσευχή «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε…». Τό ἐπικαλούμαστε νά κατοικήσει στίς καρδιές μας, νά μᾶς φωτίσει, γιατί εἶναι φῶς καί φωτός χορηγός. Μέ τήν χάρη του ἀναπτύσσονται ὅλες οἱ ναρκωμένες ἱκανότητές μας. Καθώς οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου τήν ἄνοιξη λυώνουν τά χιόνια καί βοηθοῦν στήν ἀνάπτυξη τῶν ναρκωμένων σπερμάτων, τά ὁποῖα κρατᾶ ἡ γῆ, ἔτσι καί αὐτό ζωογονεῖ τά φυσικά τάλαντα, πού ἔχει ὁ καθένας μας. Σ’ ὅποιον κατοικήσει, τόν στολίζει μέ τά ἄνθη τῶν ἀρετῶν, ἀναπτύσσει τίς κρυμμένες δυνάμεις του, τόν κάνει σοφό καί συνετό. Μέ τήν φλόγα του καίει τ’ ἀγκάθια τῆς ἁμαρτίας, πυρπολεῖ καί κατεδαφίζει τά φράγματα, πού ὑψώνει ὁ ἐγωϊσμός καί ἀνάβει μέσα του τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁδηγεῖ στήν καθαρή προσευχή, στήν ταπείνωση. Τελειοποιεῖ καί ὁλοκληρώνει τήν προσωπικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου.

Τέτοιους ἀνθρώπους δημιουργεῖ τό ἅγιο Πνεῦμα. Ἀνθρώπους γεμάτους ζωή, πού ἀκτινοβολοῦν χαρά, ἀγάπη, εἰρήνη, καλοσύνη. Κι ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ: «Ὅταν κατεβαίνη τ­ό Ἅγιο Πνεῦμα ἐπάνω στόν ἄνθρωπο καί εἰσχωρεῖ μέσα του, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό μία χαρά ἀνέκφραστη, γιατί τό Ἅγιον Πνεῦμα μεταμορφώνει σέ χαρά ὅ,τι ἀγγίξει».

Ἀνάλογα μέ τόν πόθο καί τήν διάθεσή μας, δίνονται καί σέ μᾶς οἱ δωρεές του.  Αὐτές τίς δωρεές πολύ ὄμορφα ἀπαριθμεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή του «ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22). Μᾶς παρακινεῖ ὅμως ἀκόμη, λέγοντας «μή λυπῆτε τό Πνεῦμα τό ἅγιον» (Ἐφ. δʹ, 30). Ὅταν ἐκεῖνο ἔρχεται μέ πολλή ἀγάπη νά σκηνώσει στήν καρδιά μας ἐμεῖς τό ἐμποδίζουμε μέ τήν ζωή μας, τό λυποῦμε μέ τήν τακτική μας. Ἀφήνουμε νά σβήσει ἡ φλόγα του. Δέν ἀδειάζουμε τό ἐγώ μας γιά νά πληρωθοῦμε ἀπ’ αὐτό. Δέν τοῦ ἀνοίγουμε ἐλεύθερη τήν καρδιά μας, δέν ὑπακοῦμε στίς παρμορμήσεις του. Δέν τό σκεπτόμαστε κἄν. Ζοῦμε σά νά μήν ὑπάρχει.

Ἀξιωθήκαμε νά τό λάβουμε στό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ἔκτοτε συνεχίζει τό μυστικό του ἔργο, σιωπηλά καί ἀθόρυβα, οὐσιαστικά ὅμως στά βάθη τῆς κάθε ἀνθρώπινης ψυχῆς. Χωρίς τή βοήθεια καί τή συνέργεια του, εἶναι ἀδύνατον ὄχι μόνο νά μποῦμε στήν οὐράνια βασιλεία, ἀλλά κι ἕνα βῆμα νά κάνουμε στό δρόμο πού ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Ἄς ἀγωνιζόμαστε γιά νά τό ἀποκτήσουμε γιατί Αὐτό θά καθοδηγήσει τήν ψυχή μας μέσα στούς μυστικούς δρόμους τῆς σωτηρίας.